Το πράσινο σκουλήκι έχει 3-4 γενεές ετησίως. Μετά την ολοκλήρωση της ανάπτυξής τους πέφτουν στο έδαφος όπου ανοίγουν πεταλοειδείς στοές με δύο οπές εξόδου στη επιφάνεια του εδάφους στο βαθύτερο σημείο των οποίων (5 έως 10 εκατοστά) νυμφώνονται. Η πληθυσμιακή εξέλιξη του εντόμου (άρα και οι προκαλούμενες ζημιές στις βαμβακοφυτείες) κατά τη νέα καλλιεργητική περίοδο εξαρτάται από τον αριθμό των πεταλούδων που διαχείμασαν επιτυχώς και εξήλθαν από το έδαφος των βαμβακοφυτειών της προηγούμενης καλλιεργητικής περιόδου.
Με τις καλλιεργητικές τεχνικές που εφαρμόζονται το διάστημα αυτό καταστρέφονται αρκετές από τις εναπομείνασες νύμφες του σκουληκιού στο έδαφος και αναχαιτίζεται έτσι η πληθυσμιακή εξέλιξη της επόμενης χρονιάς.
Επιπλέον, χρησιμοποιώντας το υνιοφόρο αλέτρι γίνεται αναστροφή του εδάφους και μεταφορά όσων προνυμφών επέζησαν σε βαθύτερο εδαφικό στρώμα. Έτσι αφενός οι νύμφες μεταφέροντες σε δυσμενές, για την εξέλιξή τους, περιβάλλον και αφετέρου οι πεταλούδες που θα καταφέρουν να εκκολαφτούν δεν θα μπορούν να βρουν οπή εξόδου στην επιφάνεια.
Αυτή η καλλιεργητική τεχνική έχει θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον καθώς γίνεται πρόληψη ενάντια στο σκουλήκι του βαμβακιού χωρίς τη χρήση χημικών μέσων, και ταυτόχρονα αποτρέπεται η δημιουργία ανθεκτικότητας των πληθυσμών αυτών. Έτσι ισοσταθμίζεται ενδεχομένως το κόστος των παραπάνω επεμβάσεων.
Πηγή:
Δελτίο Γεωργικών Προειδοποιήσεων