Ο κ. Μούσμουλας Αστέριος, παραγωγός βιολογικού σπανακιού και μέλος της Ένωσης Αγροτών Βιοκαλλιεργητών Βόρειας Ελλάδας, περιγράφει μια ιδιαίτερα απαιτητική χρονιά για την καλλιέργεια. Το σπανάκι, όπως εξηγεί, σπάρθηκε τέλη και μέσα Αυγούστου και η παραγωγή αναμένεται να διαρκέσει «μέχρι και το Πάσχα». Φέτος όμως, «είναι πολύ χάλια χρονιά», καθώς το φύτρωμα δεν ήταν ικανοποιητικό. Η λειψυδρία επηρέασε έντονα την ανάπτυξη των φυτών, ενώ όπως λέει, «λόγω των πρόσφατων βροχών, κάποια αρχίζουν και φυτρώνουν τώρα από τη σπορά του Αυγούστου». Παρ’ όλα αυτά, ενώ «θα έπρεπε να είμαστε στο στάδιο της συγκομιδής, βρισκόμαστε ακόμα στη φυτρωτικότητα» και μόλις «το 20–30% της παραγωγής έχει μεγαλώσει και είναι έτοιμο προς πώληση, αντί για 70–80%».
Ένα ακόμη εμπόδιο είναι τα ζιζάνια, αφού στη βιολογική καλλιέργεια «δεν μπορείς να ραντίσεις». Όπως λέει, «τα χορτάρια πνίγουν την καλλιέργεια, γιατί μεγαλώνουν πιο γρήγορα από το σπανάκι». Για να το αντιμετωπίσει, προτείνει γραμμική καλλιέργεια, ώστε να μπορεί να μπαίνει με μηχανήματα: «Αν το ρίξεις χύμα, πρέπει να τα κάνεις όλα με το χέρι». Παράλληλα, εφαρμόζει αμειψισπορές με χειμερινά σιτηρά, που «βοηθούν να πνιγούν τα βλαβερά χορτάρια».
Στη βιολογική γεωργία, όπως υπενθυμίζει, «απαγορεύονται οι ψεκασμοί για τα χορτάρια». Για προστασία από ασθένειες ή έντομα, χρησιμοποιεί «κάποιους χαλκούς που επιτρέπονται», αλλά συχνά το αποφεύγει, «γιατί είναι επιπλέον έξοδα». Η παραγωγή είναι μειωμένη σε σχέση με πέρυσι. «Ποσοστιαία δεν είμαστε ούτε στα μισά», αναφέρει, «μας πείραξε πολύ η έλλειψη νερού». Ωστόσο, η έλλειψη ποσότητας ανεβάζει την τιμή, που φέτος κυμαίνεται «από 2,00 έως 3,50 ευρώ το κιλό».
Παρά τις δυσκολίες, θεωρεί πως «αξίζει η στροφή στη βιολογική καλλιέργεια, γιατί ο κόσμος τα προτιμάει». Το χαρακτηρίζει ως προϊόν που αφήνει κέρδος, αρκεί ο παραγωγός «να βρει τρόπους να κάνει τη δουλειά του πιο εύκολη μέσα στα πλαίσια του βιολογικού» και να έχει υπομονή στη συγκομιδή, «καθώς γίνεται όλη στο χέρι και είναι πολύ επίπονη δουλειά».







